του Ηλία Ιωακείμογλου
1. Ένας δύσκολος έρωτας: Η Αριστερά και ο κόσµος της εργασίας
Η σχέση των οργανωµένων δυνάµεων της Αριστεράς µε τους εργαζόµενους είναι σχέση εξωτερική, δεν είναι σχέση οργανική. Σχέση εξωτερική επειδή οι πολιτικές οργανώσεις της Αριστεράς φαντάζονται πως η εργατική τάξη είναι ήδη συγκροτηµένη και ότι η απουσία της από την πολιτική σκηνή, όπως εξάλλου και η ιδεολογική της απάθεια, οφείλονται σε ένα «έλλειµµα συνείδησης».
Στην φαντασία των οργανωµένων δυνάµεων της Αριστεράς, η εργατική τάξη είναι ένας «κοιµώµενος γίγαντας» του οποίου η αφύπνιση εκκρεµεί. Αναλαµβάνουν λοιπόν, οι οργανώσεις της Αριστεράς, να µεταγγίσουν στις εργαζόµενες µάζες την ταξική συνείδηση που τους λείπει. Να εκφέρουν, εποµένως, το «σωστό σύνθηµα», να εκπονήσουν το «σωστό πρόγραµµα», να εφεύρουν το κατάλληλο «έναυσµα» που θα αφυπνίσει το ταξικό ένστικτο και θα το µετατρέψει σε ταξική συνείδηση. Από την ίδια αντίληψη των πραγµάτων απορρέει µε φυσικό τρόπο και το σύνολο των δράσεων που αναλαµβάνουν οι εν λόγω οργανώσεις: τηλεοπτικές εµφανίσεις, διαφώτιση, αφισοκόλληση, έκδοση αµέτρητων εφηµερίδων και περιοδικών1, εξόρµηση για πώληση εντύπων και διανοµή προκηρύξεων, διαλέξεις και µαθήµατα, διαδηλώσεις... Αυτή η εξωτερική σχέση των οργανωµένων δυνάµεων της Αριστεράς µε τον κόσµο της εργασίας, όσο και αν περνάει απαρατήρητη χάρη στην δύναµη της συνήθειας, σε ορισµένες περιπτώσεις γίνεται έκδηλη. Παράδειγµα: η διαµόρφωση νέων µερίδων εργαζοµένων φτωχών (working poor) σε δυναµικούς κλάδους της καπιταλιστικής παραγωγής υπηρεσιών, παραµένει διαδικασία την οποία οι οργανωµένες δυνάµεις της Αριστεράς παρακολουθούν έξωθεν ως θεατές, Αντί να αποκτήσουν οργανική σχέση µε τις νέες κοινωνικές και επαγγελµατικές κατηγορίες που αναδύονται, δηλαδή να ασχοληθούν µε τον µετασχηµατισµό του υπαρκτού αισθήµατος ατοµικής αδικίας σε µια κοινή αντίληψη περί συλλογικού ταξικού συµφέροντος, να αναλάβουν την θεωρητική δουλειά που συµβάλει σε αυτόν το µετασχηµατισµό, να συµβάλουν στην συγκρότηση συλλογικών ταξικών ταυτοτήτων και στην ενεργοποίησή τους, στην δηµιουργία συνθηκών για την ανάδειξη φυσικών πρωτοποριών στους χώρους εργασίας, περιορίζονται στην «προπαγάνδιση των ορθών θέσεων» της µιας ή της άλλης οργανωµένης πολιτικής δύναµης –στάση που δεν µας γλιτώνει από την οδυνηρή σύγκριση µε τις παρα-θρησκευτικές οργανώσεις.
Κι’ έτσι, η ιστορία συνεχίζεται από ήττα σε ήττα όταν οι αντικειµενικές συνθήκες είναι δυσµενείς και µε ισχνές νίκες όταν οι αντικειµενικές συνθήκες θα δικαιολογούσαν την εκθετική άνοδο των κινηµάτων.
Το φρούτο είναι σάπιο στον πυρήνα του: στην αντίληψη των οργανωµένων δυνάµεων της Αριστεράς για τις εργαζόµενες τάξεις. Η εργατική τάξη δεν είναι ένας «κοιµώµενος γίγαντας» µε «έλλειµµα συνείδησης». Υπάρχουν επαγγελµατικές κατηγορίες, κοινωνικές οµάδες, υπάρχουν οι µάζες των εργαζοµένων, υπάρχει η ατοµική δυσαρέσκεια και το ταξικό ένστικτο που οδηγεί σε ατοµικές πράξεις αντίστασης στις αδικίες και στις βαρβαρότητες του καπιταλισµού. Συνιστούν όµως όλα αυτά την εργατική τάξη; Αυτό το άρθρο υποστηρίζει πως η εργατική τάξη καθεαυτή δεν υπάρχει –διότι όπως και ο Θεός δεν αφήνει πίσω της κανένα ίχνος. Η εργατική τάξη υπάρχει µόνον όταν αφήνει τα ίχνη της εκεί που την περιµένουµε, δηλαδή µέσα στην Ιστορία, µέσα στην αντίθεσή της µε το Κεφάλαιο, όταν οργανώνεται σε συλλογικές ταυτότητες, σε συλλογικότητες που µάχονται ενάντια στο Κεφάλαιο και το Κράτος του. Η αστική τάξη και η εργατική τάξη δεν υπάρχουν σαν δύο ποδοσφαιρικές οµάδες ήδη πριν να αρχίσει ο αγώνας2. Υπάρχουν µόνον µέσα στον ανταγωνισµό τους. Οι ταξικοί αγώνες συνιστούν την διαίρεση σε τάξεις, αυτοί συγκροτούν τις τάξεις, αυτοί και τις αποδιαρθρώνουν στα συστατικά τους µέρη, δηλαδή σε µεµονωµένα άτοµα, σε κοινωνικές οµάδες, επαγγελµατικές κατηγορίες...
2. Ο αµφίσηµος ορισµός του Καρλ Μαρξ
Ο άµεσος σκοπός των κοµµουνιστών είναι (....) η συγκρότηση του προλεταριάτου σε τάξη, έγραφε ο Καρλ Μαρξ στο Κοµµουνιστικό Μανιφέστο3. Μα τι εννοεί; Γενιές ολόκληρες αριστερών, σοσιαλιστών και κοµµουνιστών γαλουχήθηκαν µε την ιδέα ότι η εργατική τάξη υπάρχει καθεαυτή, µε άλλα λόγια ότι η ύπαρξή της προκύπτει από τις δοµές του κοινωνικού συστήµατος. Πιο συγκεκριµένα, ότι οι τάξεις παράγονται αυτοµάτως από τον Κεφαλαιοκρατικό Τρόπο Παραγωγής και από το αστικό Κράτος ως «κοινωνικοί ρόλοι», ως θέσεις, τις οποίες καταλαµβάνουν τα άτοµα (απλοί φορείς κοινωνικών σχέσεων), τα οποία και τελικά οµαδοποιούνται σε κοινωνικές τάξεις. Μήπως δεν το λέει και ο ίδιος ο Λένιν; «Αποκαλούµε τάξεις, µεγάλες οµάδες ανθρώπων που διακρίνονται από την θέση τους σε ένα ιστορικά διαµορφωµένο σύστηµα κοινωνικής παραγωγής, από την σχέση τους (που τις περισσότερες φορές καθορίζεται και επικυρώνεται από
τους νόµους) ως προς τα µέσα παραγωγής, από τον ρόλο τους στην κοινωνική οργάνωσης της εργασίας, εποµένως, από τους τρόπους µε τους οποίους έχουν ιδιοποιηθεί το µερίδιο του κοινωνικού πλούτου που έχουν στην διάθεσή τους»4. Αυτός ο ορισµός του Λένιν φέρει, επιπλέον, το κύρος των αναφορών στον Καρλ Μαρξ, στο έργο του οποίου πράγµατι υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις για να προκύψει ο ορισµός του Λένιν. Με αυτά τα δεδοµένα, η εργατική τάξη υπάρχει ως τάξη καθεαυτή, ως θέσεις και ρόλοι που προκύπτουν από το σύστηµα κοινωνικής παραγωγής. Τι εννοεί, εποµένως, ο Μαρξ όταν αναφέρεται στην συγκρότηση του προλεταριάτου σε τάξη; Εννοεί συγκρότηση του προλεταριάτου σε τάξη δι’ εαυτήν , απαντάει η θεωρητική παράδοση της Αριστεράς. Τάξη δι’ εαυτήν σηµαίνει τάξη για τον εαυτό της, τάξη που έχει συνείδηση του εαυτού της, άρα της θέσης της και του ρόλου της στην κοινωνική παραγωγή, τάξη που γίνεται πρόσωπο, ή ακόµη καλύτερα Υποκείµενο. Αυτό που χωρίζει λοιπόν την τάξη καθεαυτή από την τάξη δι’ εαυτήν είναι η συνείδηση. Η διάκριση σε τάξη καθεαυτή και τάξη δι’ εαυτήν ανήκει στον ίδιο τον Καρλ Μαρξ (1847)5 και αν την δεχθούµε θα πρέπει να εννοήσουµε ότι η αινιγµατική φράση του Μανιφέστου περί «συγκρότησης του προλεταριάτου σε τάξη» αναφέρεται απλώς στην µετατροπή του προλεταριάτου από τάξη καθεαυτή σε τάξη δι’ εαυτήν, σε τάξη που έχει συνείδηση του εαυτού της, δηλαδή του κοινωνικού της ρόλου.
Αυτό όµως θα µας έφερνε αντιµέτωπους µε νέες δυσκολίες:
Καταρχήν, σύσσωµη η µαρξιστική παράδοση --σε όλες της τις αποχρώσεις και τα ρεύµατα που την αποτελούσαν– δεν δέχθηκε ποτέ ότι οι µικροαστοί συγκροτούν κοινωνική τάξη, µε βάση το κριτήριο ότι δεν είναι αρκετά ενοποιηµένοι ώστε να θεωρηθούν ενιαία δύναµη, σχετικά αυτόνοµη, ικανή να ρίξει το βάρος της σαν ένας άνθρωπος στους κοινωνικούς ανταγωνισµούς6. ∆ύο µέτρα και δύο σταθµά: η εργατική τάξη µπορεί να υπάρχει καθεαυτή, η µικροαστική «τάξη» δεν µπορεί. Αν για τους µικροαστούς απαιτείται να εµφανίζονται ως κοινωνική δύναµη, µε άλλα λόγια να έχουν σχετικά αυτόνοµη, διακριτή παρουσία στα πεδία των κοινωνικών ανταγωνισµών για να τους απονείµει το µαρξιστικό θεωρητικό πρετ-α-πορτέ τον τίτλο της «τάξης», γιατί, άραγε, δεν θα έπρεπε να ισχύει το ίδιο για την εργατική τάξη;
Άλλη δυσκολία, που θα είχαµε να αντιµετωπίσουµε αν δεχόµασταν πως «η συγκρότηση του προλεταριάτου σε τάξη» είναι µια ατυχής διατύπωση του Κοµµουνιστικού Μανιφέστου: Ο Καρλ Μαρξ επανέρχεται πολλές φορές µε υπαινικτικό τρόπο στην διάρκεια της ζωής του στο ίδιο «λάθος» και τελικά το διατυπώνει µε µεγάλη σαφήνεια το 1871. Με µια τίµια ανάγνωση του σχετικού κειµένου7, µπορεί κάποιος να συµπυκνώσει αυτά που γράφει ο Μαρξ ως εξής: Η εργατική τάξη ορίζεται ως τάξη μόνον όταν υπάρχει ως πολιτικό κίνημα8, δηλαδή διεξάγει πολιτικό αγώνα για την επιβολή του ιδιαίτερου ταξικού συμφέροντός της ως γενικού κοινωνικού συμφέροντος στην σφαίρα του Κράτους. Όταν δηλαδή ανταγωνίζεται την άρχουσα τάξη για την κατάκτηση της πολιτικής ηγεμονίας.
Εάν τώρα αποδεχόµασταν ότι όλες αυτές οι «ατυχείς» διατυπώσεις του Καρλ Μαρξ δεν αναφέρονται στην µετάβαση από την τάξη καθεαυτή στην τάξη δι’ εαυτήν, αλλά εννοούν αυτό που λένε, τότε θα έπρεπε να καταλάβουµε πού οδηγεί αυτή η γραµµή σκέψης σύµφωνα µε την οποία η συγκρότηση της τάξης δεν υπακούει στον αυτοµατισµό των «αντικειµενικών κριτηρίων» αλλά στην πολιτική. Θα έπρεπε σ’ αυτήν την περίπτωση να ξεκινήσουµε από τον παραπάνω ορισµό του Καρλ Μαρξ, στον οποίο (ορισµό) κεντρική έννοια είναι η έννοια της ηγεµονίας.
3. Ο αγώνας για την ηγεµονία συγκροτεί τις τάξεις (ή τις αποδιαρθρώνει)
Η ηγεµονία δεν αναφέρεται στην συνείδηση των υποτελών ότι οι κυρίαρχοι έχουν ιδιοτελή συµφέροντα9. Αναφέρεται στην ικανότητα της κυρίαρχης
τάξης να πείθει10 τις υποτελείς µάζες ότι τα ιδιαίτερα, ιδιοτελή συµφέροντά της –τα οποία καθόλου δεν αποκρύπτει– είναι συµφέροντα του «έθνους», ότι ταυτίζονται µε το «κοινωνικό συµφέρον», ότι διασφαλίζουν και το συµφέρον των εργαζοµένων, αν όχι βραχυπρόθεσµα, τουλάχιστον µακροπρόθεσµα. Όταν η ηγεµονία της αστικής τάξης είναι ισχυρή, οι εργαζόµενοι δεν κατορθώνουν να εκφράσουν τα δικά τους ταξικά συµφέροντα µε συνεκτικό τρόπο και η ιδεολογική κυριαρχία της άρχουσας τάξης αποδιαρθρώνει κάθε συνεκτικό υλικό που συνενώνει τους εργαζόµενους. Ό,τι αντιλαµβάνονται «µε ασύνδετο και ασυνείδητο τρόπο» και θα µπορούσε να αποτελέσει την πρώτη ύλη µιας ενιαίας ταξικής ιδεολογίας παραµένει αποµονωµένο. Αυτές τις θέσεις τις οφείλουµε στον Αντόνιο Γκράµσι11.
Οφείλουµε ακόµη περισσότερα στον Λουί Αλτουσέρ, όχι µόνον διότι διατύπωσε εκ νέου µε πιο αυστηρό τρόπο αυτό που γνωρίζαµε ήδη από τον Γκράµσι (δηλαδή ότι η τάξη που κατέχει την εξουσία κατορθώνει να επιβάλει στους «από κάτω» την δική της ιδεολογία ως δική τους, να τους επιβάλει τις δικές της αξίες) αλλά και επειδή προχώρησε στην διαπίστωση ότι αυτή η επιβολή έχει υλική υπόσταση, µετατρέπεται σε υλική δύναµη, διότι «αποδιαρθρώνει, αναδιατάσσει, ανασυνθέτει και ενοποιεί» τις κοινωνικές πρακτικές των υποτελών µαζών πάνω στον καµβά της αστικής ιδεολογίας και ενάντια στην αυθόρµητη ιδεολογία του κόσµου της εργασίας12. Η αστική ηγεµονία, δηλαδή, διαπερνάει την καθηµερινή ζωή των εργαζοµένων, εγκαθιστά την κυρίαρχη ιδεολογία, όχι µόνον µέσα στο τρόπο µε τον οποίο αυτοί σκέφτονται, αλλά και στα κριτήρια µε τα οποία παίρνουν αποφάσεις, βιώνουν τις εµπειρίες της προσωπικής τους ζωής, «γεύονται» τα προϊόντα της κουλτούρας13 και της υποκουλτούρας, διευθετούν τις διαφορές τους κλπ. Η κυρίαρχη ιδεολογία γίνεται «πρακτική ιδεολογία», δηλαδή ιδέες που καθοδηγούν στάσεις και συµπεριφορές, γίνεται ηθική. Μόνον κάτω από αυτά βρίσκεται το κοίτασµα της αυθόρµητης ταξικής ιδεολογίας των εργαζοµένων που απορρέει από τις υλικές συνθήκες της εργασίας τους, από την θέση τους στην παραγωγή, και εν τέλει από τα «αντικειµενικά κριτήρια» του Λένιν. Αν έτσι έχουν τα πράγµατα, η εξουσία δεν επιβάλλεται έξωθεν σε µια συγκροτηµένη εργατική τάξη, αλλά την διαπερνάει14 και την αποδιαρθρώνει.
Το παιχνίδι της ηγεμονίας συμμετέχει λοιπόν στην συγκρότηση και στην αποδιάρθρωση των κοινωνικών τάξεων. Κάθε στρατόπεδο επιδιώκει την αποδιάρθρωση του αντιπάλου και µεµιάς την ενοποίηση των δυνάµεων στο εσωτερικό του. Όταν ο πολιτικός αγώνας για την ηγεµονία εγκαθιστά την κυρίαρχη ιδεολογία στους κόλπους της εργατικής τάξης και κατορθώνει να κυβερνήσει το µυαλό της και την ψυχή της, η τάξη αποδιαρθρώνεται, δεν συγκροτεί σχηµατισµούς µάχης και το µόνο που αποµένει είναι οι αντικειµενικοί όροι της ανασυγκρότησής της που είναι εγγεγραµµένοι στο DNA του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής, δηλαδή στις υλικές συνθήκες ύπαρξης του συστήµατος. Σε αυτούς τους αντικειμενικούς όρους ανασυγκρότησης αναφέρεται τελικά ο όρος "τάξη καθεαυτή": η τάξη καθεαυτή είναι μία εν δυνάμει τάξη.
Η εργατική τάξη υπάρχει, λοιπόν, µόνον όταν συγκροτείται σε σχηµατισµούς µάχης που αµφισβητούν την αστική ηγεµονία. Πότε συµβαίνει αυτό, για ποιο λόγο στον σχηµατισµό µάχης συµµετέχει η µία ή η άλλη µερίδα των εργαζοµένων, ποια από αυτές τις µερίδες αναλαµβάνει τον ρόλο της πρωτοπορίας, ποιοι είναι οι στόχοι που τίθενται κλπ, είναι ζητήµατα που µας τα εξηγούν οι συγκεκριµένες συνθήκες του συγκεκριµένου κοινωνικού σχηµατισµού (οι οποίες εν πολλοίς είναι αντικειµενικές συνθήκες). Ας µην γελιόµαστε όµως: η ανάλυση του κοινωνικού σχηµατισµού που µας τα εξηγεί αυτά, δεν πραγµατοποιείται µε βάση τα «αντικειµενικά κριτήρια» του Λένιν, τα οποία είναι στατικά, και τόσο γενικά που δεν ανταποκρίνονται στις ανάγκες της συγκεκριµένης ανάλυσης.
4. Εν κατακλείδι...
...αν οι εργαζόµενες τάξεις συγκροτούνται όταν υπάρχει πολιτικό κίνηµα, δηλαδή όταν διεξάγουν πολιτικό αγώνα για την επιβολή του ιδιαίτερου ταξικού συµφέροντός τους ως γενικό κοινωνικό συµφέρον και ως εκ τούτου αµφισβητούν την αστική ηγεµονία, τότε, η συγκρότηση των εργαζοµένων µαζών σε τάξη εκκρεµεί και αποτελεί καθήκον των οργανωµένων δυνάµεων της Αριστεράς. Για τον λόγο αυτό, η εξωτερική σχέση που αυτές διατηρούν µε τον κόσµο της εργασίας (σχέση που αποσκοπεί στην µετάγγιση συνείδησης από την υποτιθέµενη πρωτοπορία στις µάζες) θα έπρεπε να αντικατασταθεί µε µια οργανική σχέση. Ποια ακριβώς θα έπρεπε να είναι αυτή, αποτελεί µια µεγάλη συζήτηση. Θα σήµαινε, πάντως, δράσεις για τον µετασχηµατισµό του αισθήµατος ατοµικής αδικίας, που έχει σήµερα γενικευθεί στους κόλπους των εργαζοµένων, σε µια κοινή αντίληψη περί συλλογικού ταξικού συµφέροντος, όχι µακρόθεν αλλά εκεί που οι εργαζόµενες µάζες εργάζονται και ζουν, θεωρητική δουλειά που συµβάλλει σε αυτόν το µετασχηµατισµό, συµβολή στην συγκρότηση συλλογικών ταξικών ταυτοτήτων και στην ενεργοποίησή τους, δηµιουργία συνθηκών για την ανάδειξη φυσικών πρωτοποριών στους χώρους εργασίας15. Και για να τα πετύχουµε αυτά, θα έπρεπε να µάθουµε να αναγνωρίζουµε αυτά τα οποία στην µέση της κεφαλαιοκρατικής βαρβαρότητας δεν είναι βαρβαρότητα, για να τους κάνουµε χώρο, να τους δώσουµε διάρκεια και να τα εντάξουµε σε ένα ηγεµονικό πολιτικό σχέδιο που θα θέτει σε αµφισβήτηση την αστική ηγεµονία. Θα σήµαινε, εποµένως, να προφυλάξουµε όσα διαφεύγουν της λογικής του κέρδους και αποτελούν νησίδες µιας άλλης λογικής που προαναγγέλλει την κοινωνία που ε-
µείς θέλουµε, όπου οι άνθρωποι θα είναι πάνω από τα κέρδη –έως ότου αυτά σταµατήσουν να αποτελούν ρυθµιστική αρχή της κοινωνικής ζωής.
========
1 Κάθε οργάνωση, µικρή ή µεγάλη χρειάζεται το δικό της έντυπο –κι’ αν είναι δύο ακόµη καλύτερα. Θα είχε ενδιαφέ-
ρον να µελετήσει κάποιος πόσοι τόννοι εντύπου υλικού σαπίζουν στις αποθήκες της Αριστεράς.
2 Η µεταφορά ανήκει στον Λουί Αλτουσέρ, Απάντηση στον Τζων Λιούις (1973, 1977 για την ελληνική έκδοση), Θεµέ-
λιο
3 Καρλ Μαρξ & Φρίντριχ Ένγκελς, Μανιφέστο του Κοµµουνιστικού Κόµµατος, εκδόσεις Ερατώ, 1997, σελ. 50. Στην
παλαιότερη έκδοση των εκδόσεων Θεµέλιο, αναφέρεται «η διαµόρφωση του προλεταριάτου σε τάξη».
4 Lenine, La Grande Initiative, juin 1919, tome 29, p425
5 Αθλιότητα της Φιλοσοφίας (1847)
6 Οι διατυπώσεις αυτές ανήκουν στους Baudelot C., Establet R., Malemort J. (1981), La petite bourgeoisie en France, Maspero
7 Και για τους δύσπιστους, ιδού το κείµενο: (Επιστολή του Karl Marx στον Bolte, Νοέµβριος 1871): “...every movement in which the working class comes out as a class (...) is a political movement. For instance, the attempt in a particular factory or even a particular industry to force a shorter working day out of the capitalists by strikes, etc., is a purely economic movement. On the other hand the movement to force an eight-hour day, etc., law is a political movement. And in this way, out of the separate economic movements of the workers there grows up everywhere a political movement, that is to say a movement of the class, with the object of achieving its interests in a general form, in a form possessing a general social force of compulsion”.
8 Ακόµη, στο άρθρο 7α του Καταστατικού της Πρώτης ∆ιεθνούς, ο Μαρξ διατείνεται ότι «Στον αγώνα του ενάντια στην συλλογική εξουσία των κυρίαρχων τάξεων, το προλεταριάτο δεν µπορεί να δρά ως τάξη παρά µόνον αν συγκροτηθεί αυτό το ίδιο σε ξεχωριστό πολιτικό κόµµα...»
9 Σήµερα οι εργαζόµενοι δεν έχουν «έλλειµµα συνείδησης». Γνωρίζουν, όπως όλοι, ότι ο νεοφιλελευθερισµός αποδιαρθρώνει τους θεσµούς κοινωνικής αλληλεγγύης και εγκαθιδρύει το βασίλειο της ανισότητας και του ατοµικισµού. ∆εν είναι δύσκολο να το γνωρίζουν, διότι ποτέ άλλοτε το γυµνό συµφέρον του Κεφαλαίου δεν διεκδίκησε µε τόσο θάρρος και τόσο θράσος την νοµιµοποίησή του όσο στα χρόνια του νεοφιλελευθερισµού. Οι εργαζόµενοι έχουν συνείδηση της φύσης της ασκούµενης πολιτικής, αλλά αυτό δεν εµπόδισε σε τίποτα την καθυπόταξη του κόσµου της εργασίας στην κυρίαρχη πολιτική.
10 N.Poulantzas, Pouvoir politique et classes sociales, FM/Petite collection maspero, 1975, tome I σ.144-148 και tome II, σ. 58-65. και τα "κείµενα ιστορίας" του Karl Marx (18η Μπρυµαίρ, Οι ταξικοί αγώνες στην Γαλλία...),
11 Για µια σύντοµη παρουσίαση της έννοιας της ηγεµονίας στον Γκράµσι βλ.στην εισαγωγή του Λουτσιάνο Γκρούπι
στο Α. Γκράµσι, Οι διανοούµενοι, εκδόσεις Στοχαστής 1972
12 L.Althusser (1976), Positions, Editions Sociales, και Sur la philosophie (1994), Gallimard
13 Philosophie et philosophie spontanée des savants (1967), Maspero; σελ.40-48
14 Επίβλεψη και Τιµωρία, εκδόσεις Ράππα
15 Η αδιαφορία των οργανωµένων δυνάµεων της Αριστεράς για τα ζητήµατα αυτά φαίνεται και στο γεγονός ότι δεν διαθέτουµε ούτε µια θεωρία των κινητοποιήσεων. Βεβαίως, όσοι υπήρξαν φυσικές πρωτοπορίες στον εργασιακό τους χώρο γνωρίζουν περί τίνος πρόκειται, ωστόσο η γνώση τους είναι βιωµατική και ως εκ τούτου δεν µεταφέρεται.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου